Ας γνωρίσουμε λίγο καλύτερα τις διαταραχές ΔΑΦ & ΔΕΠΥ 

Η νευροδιαφορετικότητα αναφέρεται στην αναγνώριση και αποδοχή των ποικίλων νευρολογικών καταστάσεων, όπως η ΔΑΦ, ως φυσική παραλλαγή της ανθρώπινης νόησης (Silberman, 2015). 

Είναι οµάδα καταστάσεων µε έναρξη την περίοδο ανάπτυξης του ατόµου. Τυπικά εµφανίζονται νωρίς στην ανάπτυξη, συχνά πριν το παιδί ξεκινήσει το σχολείο.  Χαρακτηρίζονται από αναπτυξιακά ελλείµµατα τα οποία προκαλούν βλάβη και δυσκολίες στην προσωπική, κοινωνική, ακαδηµαϊκή ή εργασιακή λειτουργικότητα. 

Όπως αναφέρει το DSM-5 προκειµένου να γίνει διάγνωση της ΔΑΦ, θα πρέπει να πληρούνται έξι τουλάχιστον κριτήρια από τα δώδεκα που περιλαµβάνονται και αφορούν κατά κύριο λόγο τις στερεοτυπικές κινήσεις και την κοινωνική αλληλεπίδραση (American  Psychiatric Association, 2013): 

Α. Ελλείµατα στην κοινωνική αλληλεπίδραση και την επικοινωνία που εµφανίζονται σε διάφορα περιβάλλοντα και γίνονται αντιληπτά ως: 

  • Ελλείµµατα στην κοινωνική και συναισθηµατική αµοιβαιότητα, όπως για παράδειγµα η αποτυχία ανταπόκρισης σε µία κοινωνική αλληλεπίδραση ή σε µία συνοµιλία, µειωµένη εναλλαγή συναισθηµάτων, µειωµένη εναλλαγή ενδιαφερόντων. 
  • Ελλείµµατα στις µη λεκτικές συµπεριφορές, τα οποία διαταράσσουν την επικοινωνία. Περιλαµβάνουν δυσκολίες στην οπτική επαφή και την κατανόηση της γλώσσας του σώµατος ή της σηµασίας διαφόρων χειρονοµιών και εκφράσεων και απουσία κατανόησης οποιαδήποτε άλλης µη λεκτικής επικοινωνίας 
  • Ελλείµµατα και δυσκολίες στην κατανόηση, τη δηµιουργία και τη διατήρηση σχέσεων που µπορεί να γίνονται αντιληπτά και από τη δυσκολία που έχει το παιδί να προσαρµόσει τον τρόπο που φέρεται, ανάλογα µε τις απαιτήσεις που κοινωνικού πλαισίου. 

Β. Περιορισµένα ή/και επαναλαµβανόµενα πρότυπα συµπεριφοράς, ενδιαφερόντων ή δραστηριοτήτων, τα οποία γίνονται αντιληπτά είτε από τρέχουσες ή παλαιότερες αναφορές: • Στερεότυπες και επαναλαµβανόµενες κινήσεις ή/και στερεότυπη χρήση αντικειµένων, παιχνιδιών κ.α

  • Προσήλωση στη ρουτίνα ή σε συγκεκριµένα µοτίβα συµπεριφοράς, επιµονή για οµοιότητα, ενώ η παραµικρή αλλαγή προκαλεί άγχος και αγωνία 
  • Πολύ περιορισµένα και σταθερά ενδιαφέροντα, τα οποία όµως µπορεί να είναι ασυνήθιστα ή µη φυσιολογικά σε ένταση ή το άτοµο να δείχνει µεγάλη προσκόλληση σε αυτά 
  • Υπερδραστηριότητα ή Υποδραστηριότητα των αισθητηριακών εισόδων που δύναται να οδηγήσει σε έντονες αντιδράσεις κατά την αλλαγή της θερµοκρασίας, στον πόνο, σε έντονους ήχους ή κινήσεις κ.α 

Γ. Τα συµπτώµατα γίνονται αντιληπτά στην πρώιµη αναπτυξιακή περίοδο, αν και µπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις που δεν εκδηλώνονται πλήρως, αλλά εµφανίζονται όταν οι κοινωνικές απαιτήσεις γίνουν µεγαλύτερες από τις δυνατότητες του παιδιού Δ. Τα συµπτώµατα επηρεάζουν σηµαντικά πολλούς τοµείς, όπως για παράδειγµα τον κοινωνικό, τον σχολικό και τον επαγγελµατικό τοµέα και προκαλούν έκπτωση της λειτουργικότητας.  

Ε. Τα συµπτώµατα και οι διαταραχές δεν εξηγούνται καλύτερα από άλλη αναπτυξιακή διαταραχή ή καθυστέρηση, ενώ συχνά οι διαταραχές του αυτιστικού φάσµατος συνοδεύονται και από νοητική αναπηρία. 

Όσον αφορά την ΔΕΠΥ στο DSM-5 απαιτούνται έξι συµπτώµατα απροσεξίας και έξι συµπτώµατα υπερδραστηριότητας / παρορµητικότητας.  

  1. Συµπτώµατα απροσεξίας 
  • Αποτυχία στην επικέντρωση προσοχής σε λεπτοµέρειες ή συχνά λάθη λόγω απροσεξίας σε σχολικές εργασίες, στον εργασιακό χώρο ή σε άλλες δραστηριότητες Δυσκολία διατήρησης της προσοχής στα καθήκοντά του ή στο παιχνίδι
  • Το άτοµο φαίνεται σαν να µην ακούει όταν του µιλούν 
  • Δεν ακολουθεί τις οδηγίες που δίνονται µέχρι τέλους και δεν επιτυγχάνεται η ολοκλήρωση σχολικών εργασιών, εργασιών που του ανατίθενται ή καθηκόντων στον χώρο εργασίας (χωρίς όµως να οφείλεται σε εναντιωµατική συµπεριφορά ή δυσκολία κατανόησης των οδηγιών) 
  • Δυσκολία οργάνωσης εργασιών και δραστηριοτήτων 
  • Το άτοµο αποφεύγει ή αποστρέφεται ή δεν προθυµοποιείται να εµπλακεί σε ενασχόληση που απαιτεί συνεχή πνευµατική προσπάθεια (όπως προετοιµασία µαθηµάτων στο σπίτι) Χάνει αντικείµενα που είναι απαραίτητα για τη διεκπεραίωση έργου στο σπίτι (π.χ. παιχνίδια, µολύβια, βιβλία, εργασίες που έχουν δοθεί για το σπίτι) 
  • Εύκολη διάσπαση προσοχής από εξωτερικά ερεθίσµατα 
  • Ξεχνά καθηµερινές δραστηριότητες 
  1. Συµπτώµατα υπερκινητικότητας-παρορµητικότητας 

Υπερκινητικότητα : 

  • Το άτοµο κινεί τα χέρια ή τα πόδια του νευρικά ή στριφογυρίζει στη θέση του • Σε περιστάσεις που πρέπει να παραµείνει καθιστός, εγκαταλείπει τη θέση του (π.χ. στην σχολική αίθουσα) 
  • Τρέχει υπερβολικά και σκαρφαλώνει σε ακατάλληλες περιστάσεις Δυσκολία στο παιχνίδι ή στη συµµετοχή σε δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου χωρίς φασαρία 
  • Είναι διαρκώς σε κίνηση σαν «µοτεράκι» 
  • Μιλάει υπερβολικά 

Παρορµητικότητα : 

  • Απαντά πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση µε απερισκεψία 
  • Δυσκολεύεται να περιµένει τη σειρά του 
  • Διακόπτει ή παρεµβαίνει σε συζητήσεις ή παιχνίδια 

Β. Απαραίτητη η παρουσία τουλάχιστον έξι από τα συµπτώµατα απροσεξίας ή υπερκινητικότητας-παρορµητικότητας τους τελευταίους 6 µήνες σε δυσπροσαρµοστικό βαθµό που δεν αναµένεται από το αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού. 

Γ. Τα συµπτώµατα αυτά πρέπει να έχουν παρουσιαστεί πριν από την ηλικία των 7 ετών.  Δ. Συµπτώµατα απροσεξίας ή υπερκινητικότητας-παρορµητικότητας πρέπει να έχουν εκδηλωθεί ή να εκδηλώνονται σε δύο ή περισσότερα πλαίσια (π.χ. σχολείο, χώρος εργασίας, στο σπίτι, σε άλλες δραστηριότητες).  

Ε. Σαφείς ενδείξεις ότι τα συµπτώµατα επηρεάζουν τη λειτουργικότητα του ατόμου, την κοινωνική του ζωή ή την ακαδημαϊκή του πορεία. 

Τα συµπτώµατα των παραπάνω αναπτυξιακών διαταραχών εµφανίζονται συνήθως πρώιµα στη ζωή του ατόµου, ωστόσο κάποιες φορές όταν η δυσλειτουργία δεν είναι παρατηρήσιµη από το περιβάλλον ή δεν δηµιουργεί σηµαντική έκπτωση, η διάγνωση γίνεται αργότερα, στην εφηβική ή ακόµα και στην ενήλικη ζωή του ατόµου και εκεί η διορθωτική παρέµβαση καθίσταται εκτός από απαραίτητη αλλά και πιο περίπλοκη.  

Τα άτοµα µε τέτοιες διαγνώσεις έχουν ανάγκη πολλές φορές από θεραπευτική παρέµβαση για την αντιµετώπιση καθηµερινών προβληµάτων που µπορεί να προκύπτουν.  Τέτοια προβλήµατα προκύπτουν στις ζωές όλων µας, όµως το φίλτρο µέσα από το οποίο επεξεργάζονται αυτά, διαφοροποιείται σηµαντικά και αυτό προκαλεί δυσκολίες σε κοινωνικό, οικογενειακό, επαγγελµατικό, ακαδηµαικό και επικοινωνιακό επίπεδο.  

Η Γνωσιακή Συµπεριφορική Ψυχοθεραπεία που συνδυάζει δύο αποτελεσµατικά είδη ψυχοθεραπείας, τη γνωστική και τη συµπεριφορική, είναι αποτελεσµατική στις περιπτώσεις αυτές.  

Η γνωστική θεραπεία επιτρέπει στα άτοµα µε αναπτυξιακές διαταραχές να διορθώσουν τις διαστρεβλωµένες και δυσλειτουργικές σκέψεις και πεποιθήσεις τους. Αυτό γίνεται µε τον εντοπισµό, την παρατήρηση και την αµφισβήτηση της σκέψης τους µε λογικές αποδείξεις και τη διασφάλιση της εκλογίκευσης των συναισθηµάτων τους. 

Η συµπεριφορική θεραπεία βοηθάει το άτοµο να τροποποιήσει τη σχέση που υπάρχει ανάµεσα σε καταστάσεις και στις συνήθεις αντιδράσεις του σε αυτές, όπως ο φόβος, η επιθετικότητα, η παθητικότητα, η αυτοκαταστροφή και η ηττοπάθεια.  

Σε κάθε περίπτωση, η έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση και παρέµβαση θα έχει και καλύτερη πρόγνωση για τα άτοµα µε αναπτυξιακές διαταραχές.

Κοινοποίηση :